Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

Η μακρά πορεία της ελληνικής Δεξιάς

Από την ίδρυση του Λαϊκού Κόμματος το 1920, τον «Ελληνικό Συναγερμό» και την ΕΡΕ έως τη δικτατορία του 1967
Του Γιώργου Α. Λεονταρίτη

Ουσιαστικά, η «Δεξιά» ξεκινά με το Λαϊκόν Κόμμα που ίδρυσε ο Δημήτριος Γούναρης το 1920. Το Κόμμα των Εθνικοφρόνων του οποίου ηγείτο μέχρι τότε ο Γούναρης, άλλαξε εκείνη τη χρονιά την ονομασία του και έγινε «Λαϊκόν». Η απόφαση της αλλαγής του τίτλου, αντικατόπτριζε μια πραγματικότητα. Το Λαϊκόν Κόμμα επίστευε πάντοτε στον κοινοβουλευτισμό, και ουδέποτε ανήλθε ή επεδίωξε να ανέλθει στην εξουσία άνευ της λαϊκής εγκρίσεως.

Και με τον Γούναρη επικεφαλής, βρέθηκε τον Μάρτιο του 1921 έξω από την Κωνσταντινούπολη και την Αγκυρα. Θύμα των δολοπλοκιών των «Συμμάχων» μας, αλλά και πολιτικών σκοπιμοτήτων, ο Γούναρης με τον Νικ. Στράτο, τον Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, τον Νικ. Θεοτόκη, τον Γεώργ. Μπαλτατζή και τον Αρχιστράτηγο Χατζηανέστη, ύστερα από μία παρωδία δίκης στο έκτακτο Στρατοδικείο, εθεωρήθησαν υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής και εκτελέστηκαν το 1922 στο Γουδί.

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι, προηγουμένως, στην περίοδο 1917 - 1920, στον χώρο της συντηρητικής παρατάξεως, συναντούμε σημαντικές προσωπικότητες, όπως ήταν ο Δημήτριος Ράλλης, ο Γ. Θεοτόκης, ενώ ο Νικόλαος Στράτος είχε ιδρύσει το Συντηρητικόν Κόμμα, το οποίο φιλοδοξούσε να καταλάβει τη θέση του δευτέρου σε δύναμη κόμματος. Οπωσδήποτε, με την εκτέλεση των «Εξι», το Λαϊκόν Κόμμα υπέστη μεγάλο πλήγμα. Παρέμεινε ακέφαλο, ενώ πολλά στελέχη του απογοητευμένα είχαν αποφασίσει να αποσυρθούν από την ενεργό πολιτική.

Την ανασύσταση του κόμματος αποφάσισε ο Παναγής Τσαλδάρης.
Στις εκλογές του 1926, ο λαός ενίσχυσε τους μετριοπαθείς των δύο πλευρών. Δηλαδή, τη δεξιά πτέρυγα των Φιλελευθέρων (Καφαντάρης - Μιχαλακόπουλος) και το Κόμμα των Ελευθεροφρόνων του Ιω. Μεταξά. Το 1932 ο Βενιζέλος βλέπει ότι χάνει την πλειοψηφία. Και στις εκλογές του 1933, το Λαϊκόν Κόμμα παίρνει την εξουσία.

Δικτατορία - Πόλεμος
Μετά την αποτυχία της προσπάθειας για συνεργασία του Κόμματος των Φιλελευθέρων με το Λαϊκόν Κόμμα, και αφού είχαν ξεσπάσει ταραχές και διαδηλώσεις, με υποκίνηση του νεαρού τότε ΚΚΕ, επεβλήθη η δικτατορία της «4ης Αυγούστου».
Τσαλδάρης και Κονδύλης έχουν φύγει από τη ζωή το 1936. Ο νέος ηγετικός παράγων των «Λαϊκών», ο Ιω. Θεοτόκης, παίρνει και αυτός τον δρόμο της εξορίας. Με την κήρυξη του πολέμου, και κυρίως μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, οι ηγετικές φυσιογνωμίες του Λαϊκού Κόμματος ήλθαν σε επαφή και σε συνεργασία με το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Σοφούλη και με άλλους πολιτικούς, προκειμένου να συντονίσουν τις προσπάθειές τους για να βοηθήσουν τον αγρίως δοκιμαζόμενο από τα δεινά λαό.

Στο μεταξύ, ο Στέφανος Στεφανόπουλος βρισκόταν σε επαφή με τον Σοφούλη, τον Καφαντάρη, αλλά και με τις αντιστασιακές οργανώσεις του Ψαρρού και του Ζέρβα.
Μετά την Απελευθέρωση κατεβλήθησαν προσπάθειες για ανασυγκρότηση του Λαϊκού Κόμματος, με προϋπόθεση τη συνένωση όλων των πτερύγων της ιστορικής παρατάξεως. Τη διοικούσα επιτροπή αποτελούσαν οι: Ιω. Θεοτόκης, Πέτρος Μαυρομιχάλης, Περ. Ράλλης, Στέφανος Στεφανόπουλος και Κων. Τσαλδάρης.

Στις 15 Νοεμβρίου του 1945 εδόθη στη δημοσιότητα το πλήρες πρόγραμμα των αρχών του Λαϊκού Κόμματος, ενώ αρχηγός εξελέγη ομοφώνως ο Κων. Τσαλδάρης. Η κυβέρνηση Σοφούλη - Καφαντάρη προκήρυξε εκλογές -τις πρώτες μετά τη δικτατορία και τον πόλεμο- για την 31η Μαρτίου 1946. Πανίσχυρος νικητής βγήκε ο Τσαλδάρης με το Λαϊκόν Κόμμα.

Η εποχή Παπάγου
Η κάθοδος του Στρατάρχου Παπάγου στον πολιτικό στίβο, με τον «Ελληνικό Συναγερμό» το 1951, θα μετατοπίσει τις μάζες της Δεξιάς προς το μέρος του Στρατάρχου. Τον Παπάγο στηρίζουν και τα παραδοσιακά βενιζελικά έντυπα, του Δημητρίου Λαμπράκη («Βήμα» - «Νέα») και το «Εθνος» του Κων. Νικολόπουλου.

Συνήθως, οι περισσότεροι ταυτίζουν το Στέμμα με τη Δεξιά. Εκείνη όμως την περίοδο, ο βασιλεύς Παύλος και η Φρειδερίκη εστήριζαν σχεδόν ανοιχτά το Κέντρο και δεν επιθυμούσαν μία αυτοδυναμία του Στρατάρχου. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 1951, ο «Ελληνικός Συναγερμός» ήλθε πρώτος σε ψήφους, αλλά η ΕΠΕΚ του Πλαστήρα, οι Φιλελεύθεροι του Βενιζέλου και ο Παπανδρέου ενώθηκαν και σχημάτισαν κυβέρνηση, η οποία όμως δεν θα διαρκούσε πολύ, ενώ υπήρξαν και διενέξεις μεταξύ των αρχηγών του Κέντρου. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι σπονδυλική στήλη του «Συναγερμού» απετέλεσαν το «Λαϊκό Ενωτικό Κόμμα» των Παν. Κανελλοπούλου και Στέφ. Στεφανοπούλου (σε αυτό μετείχε και ο Κων. Καραμανλής) και το «Νέο Κόμμα» του Σπ. Μαρκεζίνη.


Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1952, ο «Ελληνικός Συναγερμός» εσημείωσε σαρωτική νίκη. Επί 300 εδρών έλαβε τις 240, ενώ στις επαναληπτικές εκλογές της 29ης Μαρτίου 1953, στον Πειραιά και στο Ρέθυμνο, εκέρδισε 7 ακόμη έδρες. Με τον Παπάγο συνεργάσθηκε στις εκλογές του 1952 και ο Γ. Παπανδρέου, κατόπιν μεσολαβήσεως της Ελένης Βλάχου, του Δημ. Λαμπράκη, του Μαρκεζίνη, αλλά και του συμβούλου της Αμερικανικής Πρεσβείας, του Μέμινγκερ. Μια νέα εποχή άρχιζε για τη χώρα. Το κύρος του Στρατάρχου ήταν αναμφισβήτητο. Η παλαιά ψυχρότης με το Στέμμα είχε ξεπερασθεί. Και τότε ξέσπασε ξαφνικά η απρόσμενη κρίση... Στις 2 Απριλίου 1954, παραιτήθηκε ο Μαρκεζίνης από την κυβέρνηση!

Η άνοδος του Καραμανλή
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η άνοδος του Κων. Καραμανλή, οφείλετο στην εύνοια των Ανακτόρων. Φυσικοί διάδοχοι του Παπάγου ήσαν ο Στέφανος Στεφανόπουλος και ο Παν. Κανελλόπουλος.
Τελικώς, ενώ οι περισσότεροι βουλευτές του «Συναγερμού» είχαν ήδη ταχθεί υπέρ του Στεφανοπούλου, σταθμίζοντας το γεγονός ότι αυτή ήταν η επιθυμία του βασιλέως, υπέρ δηλαδή του πρώην υπουργού Δημ. Εργων, εστήριξαν τον Καραμανλή. Ο Στέφανος Στεφανόπουλος ποτέ δεν συγχώρησε τη στάση του Καραμανλή. Ο Καραμανλής δεν ήθελε να αποτελεί ο ίδιος συνέχεια του «Συναγερμού» και σε λίγες μέρες ανακοίνωσε τη δημιουργία της «Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως», στην οποία προσεχώρησαν και στελέχη των Φιλελευθέρων, όπως οι Κων. Τσάτσος, Ευάγγ. Αβέρωφ και Γρηγ. Κασιμάτης.

Για να αντιμετωπίσουν τον Καραμανλή, τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως ενώθηκαν σε ένα σχήμα, τη «Δημοκρατική Ενωση» υπό τον Γεώργιον Παπανδρέου. Σ' αυτό το σχήμα μετείχε και η ΕΔΑ, αλλά και το Λαϊκόν Κόμμα του Κων. Τσαλδάρη.
Στις εκλογές του Φεβρουαρίου 1956 η «Δημοκρατική Ενωσις» ήλθε πρώτη σε ψήφους, αλλά χάρις στο «τριφασικό» εκλογικό σύστημα και στην ανισότητα του μέτρου, η ΕΡΕ επλειοψήφησε σε έδρες. Κι όταν προσετέθησαν και τα αποτελέσματα των στρατιωτικών τμημάτων, η δύναμη της ΕΡΕ ενισχύθηκε. Η νέα κυβέρνηση Καραμανλή ορκίσθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1956.

Η «αποστασία» στην ΕΡΕ
Από το 1957 είχαν αρχίσει επαφές κυβερνήσεως με την ηγεσία του Κόμματος των Φιλελευθέρων, για τη σύνταξη νέου εκλογικού νόμου, που να ευνοεί το Κέντρο έναντι της Αριστεράς. Η συμφωνία ΕΡΕ - Φιλελευθέρων, τελικά μονογραφήθηκε το πρωί της 27ης Φεβρουαρίου 1958. Ο Καραμανλής έχοντας πληροφορίες ότι θα εκδηλωθούν αντιδράσεις μέσα από το κόμμα του, ανεκοίνωσε αιφνιδιαστικά το νέο εκλογικό σύστημα της Ενισχυμένης Αναλογικής, σε έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο. Ο Γ. Ράλλης και ο Παν. Παπαληγούρας, κατηγόρησαν τον Καραμανλή για αυταρχικές τάσεις, προειδοποίησαν ότι με αυτόν τον εκλογικό νόμο, δεύτερη θα ερχόταν η Αριστερά και υπέβαλαν τις παραιτήσεις των. Την 1η Μαρτίου 1958 απεχώρησαν άλλοι 15 βουλευτές.

Ο αρχηγός της ΕΡΕ παραιτήθηκε και οδήγησε τη χώρα στις κάλπες. Τότε σχηματίσθηκε και η «Ενωσις Λαϊκού Κόμματος» με αρχηγούς τους: Κων. Τσαλδάρη, Παν. Κανελλόπουλο και Στέφ. Στεφανόπουλο. Σ' αυτή την περίοδο ο Κανελλόπουλος ήσκησε έντονη αντιπολίτευση κατά του Καραμανλή.

Τα αποτελέσματα των εκλογών της 11ης Μαΐου 1958 απετέλεσαν οδυνηρή έκπληξη για το Κόμμα των Φιλελευθέρων, που ήλθε τρίτο κόμμα. Εντύπωση προεκάλεσε η άνοδος της ΕΔΑ που ανεδείχθη σε αξιωματική αντιπολίτευση, ενώ ο Καραμανλής εσημείωσε την πλέον αδιαμφισβήτητη νίκη σε όλη του την πορεία. Η ΕΡΕ εκέρδισε 171 έδρες, η ΕΔΑ 79, οι Φιλελεύθεροι 36.
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1961, ο Γεώργιος Παπανδρέου ανήγγειλε την ίδρυση της Ενώσεως Κέντρου. Η χώρα βάδιζε τώρα εκ νέου στις κάλπες, με υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Κων. Δόβα. Οι εκλογές αυτές προκάλεσαν αίσθηση και έμειναν στην Ιστορία ως εκλογές «βίας και νοθείας». Πράγματι, υπό την κάλυψη του αρχηγού του ΓΕΣ, Στρατηγού Βασ. Καρδαμάκη, ο «νέος ΙΔΕΑ», με πυρήνα τα πρόσωπα που πρωταγωνίσθησαν κατά την 21η Απριλίου, ήσκησεν πίεση στην επαρχία για να μην επαναληφθεί η άνοδος της Αριστεράς του 1958. Τα αποτελέσματα έδωσαν την πλειοψηφία στην ΕΡΕ με 176 έδρες, ποσοστό 58,66 και στην Ενωση Κέντρου που είχε συνεργαστεί με τον Μαρκεζίνη 100 έδρες, ποσοστό 33,33, ενώ το ΠΑΜΕ της Αριστεράς έλαβε 24 έδρες.

Κέντρο και Αριστερά κατήγγειλαν το «εκλογικόν πραξικόπημα», το πολιτικό θερμόμετρο ανέβηκε και τότε άρχισε ο ανένδοτος αγών της Ενώσεως Κέντρου. Οι συνεδριάσεις στη Βουλή, υπήρξαν θυελλώδεις.
Η δολοφονία του συνεργαζομένου με την ΕΔΑ βουλευτή Γρηγ. Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη, θα οξύνει στο έπακρον την πολιτική ατμόσφαιρα. Με τον πολιτικό σάλο που δημιουργήθηκε, η κυβέρνηση άρχισε να κλονίζεται. Μετά την άρνηση του Βασιλέως Παύλου να αποδεχθεί τη σύσταση του πρωθυπουργού για αναβολή της επισήμου επισκέψεως των βασιλέων στην Αγγλία, ο Καραμανλής υπέβαλε την παραίτηση της κυβερνήσεώς του.

Στις 9 Δεκεμβρίου 1963, ο Καραμανλής έφυγε με τη σύζυγό του Αμαλία αιφνιδιαστικά από την Ελλάδα. Στο αεροδρόμιο τον συνόδευσαν ο Παν. Κανελλόπουλος και λίγοι συνεργάτες του. Τότε ο ιδρυτής της ΕΡΕ ανεκοίνωσε στον Κανελλόπουλο ότι με επιστολή του προς την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, ανέθετε την αρχηγία σε εκείνον.

Ο Παν. Κανελλόπουλος δεν αρκέσθηκε στην υπόδειξη του Καραμανλή προς τους βουλευτές της ΕΡΕ να τον δεχθούν ως νέο αρχηγό. Σε μεγάλη σύσκεψη, εζήτησε από την κοινοβουλευτική ομάδα να εγκρίνει ή να απορρίψει την εκλογή του ως αρχηγού της ΕΡΕ. Τελικώς, ο Κανελλόπουλος εψηφίσθη ομοφώνως. Ο Γ. Παπανδρέου, επειδή δεν ήθελε να στηρίζεται στις ψήφους της ΕΔΑ κατέφυγε εκ νέου στις κάλπες το 1964. Το αποτέλεσμα των εκλογών έδωσε τη νίκη στην Ενωση Κέντρου με το 53%. Η αποκάλυψη της οργανώσεως ΑΣΠΙΔΑ και οι διασυνδέσεις της με τον Ανδρέα Παπανδρέου, προκάλεσαν πολιτικό σάλο, και τελικά οδήγησαν τον Γεώργιο Παπανδρέου σε παραίτηση. Η χώρα μεταβλήθηκε σε πολιτικό καμίνι.

Η ΕΡΕ εστήριξε τις τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις από τον χώρο του Κέντρου (Νόβα, Τσιριμώκου, Στεφανόπουλου). Η Βουλή είχε μεταβληθεί σε πεδίο συγκρούσεων. Σε συναντήσεις στο Καστρί Γ. Παπανδρέου - Π. Κανελλόπουλου, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, οι δύο ηγέτες μπορούσαν να συζητούν διαφορετικά. Η κομματική αντιπαράθεση, δεν είχε επισκιάσει ποτέ την παλαιά προσωπική τους φιλία.

Με τις μυστικές συναντήσεις στο Τατόι μεταξύ Βασιλέως Κωνσταντίνου - Γ. Παπανδρέου - Παν. Κανελλοπούλου γίνεται ένα μεγάλο βήμα. Οι σχέσεις Βασιλέως - αρχηγού του Κέντρου αποκαθίστανται και συμφωνούν για ανατροπή της κυβερνήσεως Στεφανοπούλου και υπηρεσιακή κυβέρνηση.

Στις 3 Απριλίου 1967, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ανέθεσε τον σχηματισμό κυβερνήσεως στον αρχηγό της ΕΡΕ για να οδηγήσει τη χώρα στις κάλπες τον Μάιο του ιδίου έτους. Αντί τα κόμματα εκείνη την κρίσιμη στιγμή να στηρίξουν τον ηγέτη της ΕΡΕ τον επολέμησαν, επιταχύνοντας τοιουτοτρόπως την πτώση της Δημοκρατίας.
www.kathimerini.gr

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2009

Βοιωτοί πρόεδροι της Βουλής των Ελλήνων: Φίλων Φίλωνος

Ο Φίλων Φίλωνος είναι ο δεύτερος χρονολογικά Λιβαδείτης που ανέρχεται στο αξίωμα του προέδρου της ελληνικής Βουλής μετά τον Αντώνη Γεωργαντά. Δείτε το πορτραίτο του.

Μετά τον Αντώνιο Γεωργαντά, που εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής το 1849- 1850, η Λιβαδειά, έδωσε και δεύτερο Πρόεδρο, τον Φίλωνα Φίλωνος, γιο αγωνιστή της Επανάστασης του 1821.O Φίλων Φίλωνος, που διατέλεσε Πρόεδρος της Βουλής κατά τα έτη 1861-1862, γεννήθηκε στη Λιβαδειά το 1813.Ήταν γιός του Γιαννάκη Φίλωνος, πρόκριτου της Λιβαδειάς, ο οποίος την 1η Απριλίου 1821 κήρυξε μαζί με τους προεστούς Ιωάννη Λογοθέτη και Λάμπρο Νάκο, την Επανάσταση στην περιοχή, και σχημάτισε τοπική προσωρινή διοικητική αρχή, την λεγόμενη Αρχή των Κονσόλων της Ανατολικής Ελλάδος.


Ο Φίλων Φίλωνος, σπούδασε στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας, στην Πίζα και στο Παρίσι. Ήταν πλούσιος κτηματίας της Βοιωτίας. Διετέλεσε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου στη Λιβαδειά, με δήμαρχο τον Αντώνιο Γεωργαντά, ο οποίος αργότερα, το 1849-1850, διετέλεσε και Πρόεδρος Βουλής.


Ο Φίλων Φίλωνος διετέλεσε και δήμαρχος Λεβαδέων, το 1847. Αργότερα εξελέγη κατ’ επανάληψη βουλευτής Βοιωτίας στις περιόδους από το 1853 έως το 1860, κατά τα έτη 1861-1862, 1869-1871 και τέλος κατά τα έτη 1875-1879. Δύο φορές, σε ισάριθμες συνόδους της Βουλής το 1857, εξελέγη αντιπρόεδρος της Βουλής.


Ο Φίλων Φίλωνος εξελέγη Πρόεδρος της Βουλής στις 4 Οκτωβρίου 1861 και παρέμεινε στο αξίωμα έως το Μάιο του 1862. Στην εκλογή του πήραν μέρος 101 βουλευτές. Ο Φίλωνος έλαβε 91 ψήφους. Βρέθηκαν 10 λευκά ψηφοδέλτια.Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, ευχαρίστησε τους βουλευτές για την τιμή της εκλογής του και τόνισε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα: «Το κατ’ εμέ κύριοι, θέλω σπουδάσει αντιφιλοτιμούμενος προς την εμπιστοσύνην των εντίμων συναδέλφων μου, να εξασφαλίσω την τάξιν εν τη Βουλή, επαγρυπνών αμερολήπτως εις την πλήρη ελευθερίαν της συζητήσεως και πάσης ευσχήμονος των ιδεών εκφράσεως». Την κυβέρνηση από τις 13 Νοεμβρίου 1857, εξακολουθούσε να έχει ο Δημήτριος Βούλγαρης.


Ο Φίλωνος, διετέλεσε επίσης υπουργός των Εκκλησιαστικών και της Δημόσιας Εκπαίδευσης, αλλά και πρόεδρος της Επιτροπής Ολυμπίων Κληροδοτημάτων. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1870, η συμμορία των Καμάρα, Παπουτσή, Ζήκα και Φουσέκη, συνέλαβε μέσα στη Λιβαδειά αιχμάλωτο τον Φίλωνος και τον κομματάρχη του Λεονάρδο Λεοναρδίδη. Τελικά τον απελευθέρωσε στις 8 Οκτωβρίου 1870, αφού καταβλήθηκαν λύτρα ύψους 57.000 δραχμών. Ο Φίλων Φίλωνος, αποσύρθηκε από την πολιτική το 1881.Πέθανε στην Αθήνα το 1895.-

Βοιωτοί πρόεδροι της Βουλής των Ελλήνων: Αντώνης Γεωργαντάς

Η ζωή και η δράση των προέδρων της ελληνικής Βουλής έχει σημαντικό λιβαδείτικο ενδιαφέρον: πολλοί μεγάλοι πολιτικοί άνδρες από τη Λιβαδειά διετέλεσαν πρόεδροι του ελληνικού Κοινοβουλίου. Ο Αντώνης Γεωργαντάς, ο Φίλων Φίλων, ο Νικόλαος Μπουφίδης, ο Δημήτριος Παπασπύρου έρχονται αμέσως στο μυαλό μου. O Αντώνης Γεωργαντάς, διακεκριμένος αγωνιστής της Παλιγγενεσίας, διετέλεσε δήμαρχος Λεβαδέων, νομάρχης, γερουσιαστής και εκπρόσωπος της επαρχίας Λιβαδειάς στη Βουλή. Το 1849 εξελέγη πρόδρος της Βουλής των Ελλήνων και... Ας δούμε τη συνέχεια από τον Παντελή Αθανασιάδη.
του Παντελή Στ. Αθανασιάδη
Ο Αντώνιος Γεωργαντάς, υπήρξε αγωνιστής της Εθνεγερσίας του 1821, πολιτικός,
αλλά και συγγραφέας αναμνήσεων, πολύτιμων για τη μελέτη της ιστορίας της εποχής του.
Καταγόταν από τη Θήβα, αλλά εγκαταστάθηκε στη Λειβαδιά, με την οποία συνδέθηκε ιδιαίτερα. Όταν εξερράγη η Επανάσταση υπηρέτησε υπό τον Αθανάσιο Διάκο και κατόπιν υπό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, του οποίου υπήρξε γραμματικός. Αργότερα συγκρότησε δικό του ένοπλο σώμα και πολέμησε υπό τις διαταγές του Ιωάννη Γκούρα στην πολιορκία της Ακροπόλεως, ενώ υπήρξε μάρτυρας των δολοπλοκιών που οδήγησαν στη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Το 1826 ανέλαβε τα καθήκοντα του γραμματέα του Γεωργίου Καραϊσκάκη και λίγο αργότερα υπηρέτησε υπό τον φιλέλληνα στρατηγό Τσώρτς. Πήρε μέρος στις Εθνικές Συνελεύσεις του 1829 και 1832 ως πληρεξούσιος της Λειβαδιάς.
Κατά την περίοδο του Καποδίστρια ορίστηκε χιλίαρχος και ηγέτης των Δερβενοχωρίων, θέση από την οποία παραιτήθηκε για να εκδηλώσει την αποδοκιμασία του για την έντονη διεκδίκηση της συγκεκριμένης θέσης από πολλούς. Υπηρέτησε ακόμη ως νομάρχης και ως γερουσιαστής. Αναμίχθηκε στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, μετά την οποία εξελέγη στο Κοινοβούλιο πολλές φορές ως εκπρόσωπος της Λειβαδιάς.
Πρόεδρος της Βουλής εξελέγη τον Δεκέμβριο του 1849 και άσκησε τα καθήκοντά του ως τον Ιούλιο του 1850. Η εκλογή του έγινε με 86 παρόντες βουλευτές. Ο Γεωργαντάς πήρε 45 ψήφους, ενώ οι υπόλοιποι 41 έριξαν λευκά ψηφοδέλτια. Απάντησε πολύ λιτά με 26 μόνο λέξεις, ευγνωμονώντας τη Βουλή για την τιμή που του έκανε και υποσχόμενος, ότι θα πράξει το καθήκον του «όσον ένεστι».
Πέθανε στην Αθήνα το 1884.
Ο Αντώνιος Γεωργαντάς συνέγραψε
τις αναμνήσεις του από τον επαναστατικό αγώνα του 1821, οι οποίες αποτελούν σημαντική πηγή για την ιστορία της εποχής και εκδόθηκαν για πρώτη φορά από τον Γιάννη Βλαχογιάννη.